- εμποριολογία
- η коммерческое дело (отрасль знаний)
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εμποριολογία — η η επιστήμη που ασχολείται γενικά με την οργάνωση τού εμπορίου και με τις αρχές σύμφωνα με τις οποίες γίνονται οι εμπορικές συναλλαγές … Dictionary of Greek
εμποριολογία — η οικονομική επιστήμη που μελετάει τη γένεση, την εξέλιξη και τη σύγχρονη οργάνωση του εμπορίου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
-λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με … Dictionary of Greek
εμποριολόγος — ο ο επιστήμονας που ασχολείται με την εμπορίολογία … Dictionary of Greek
εμποριολόγος — ο αυτός που ασχολείται με την εμποριολογία (βλ. λ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)